Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

Ένα μαντήλι δάκρυα

 

 

Παιδιά, γυναίκες και γονείς στον ντόκο, στο μουράγιο,

κι ο ένας στον άλλο εύχεται υπομονής κουράγιο,

πότε θα λύσουν τα σχοινιά, θα λύσουνε οι κάβοι,

να κάνει πρόσω η μηχανή, να φύγει το καράβι.

 

Στο «μόλα όλα» η εντολή, ο πλοίαρχος προστάζει,

κάθε ψυχούλα στη στεριά βαριά αναστενάζει.

-Πρόσω αργά η μηχανή κι όλο δεξιά τιμόνι,-

και η στιγμή του χωρισμού τον πόνο μεγαλώνει.

 

Κι αρχίζει το ταξίδι του μακριά για να σαλπάρει,

με των μανάδων τις ευχές μαζί του να τις πάρει,

και η μπουρού του καραβιού τους αποχαιρετίζει,

με τον βαρύ τον ήχο της που την καρδιά τους σχίζει.

 

Το πλοίο απομακρύνεται και πάει για τα ξένα,

μα στο μουράγιο χαιρετούν χεράκια πονεμένα.

Χέρια σηκώνουν, χαιρετούν, μαντήλια ανεμίζουν,

τα δάκρυα του χωρισμού μαντήλια τα σκουπίζουν.

 

Μα σαν περάσει ο καιρός και σαν τελειώσει ο χρόνος,

έρχονται πάλι οι χαρές και σβήνεται ο πόνος.

Η ώρα είναι γυρισμού από τα ξένα μάκρη,

τα ίδια μαντήλια δέχονται το της χαράς το δάκρυ.

 

Δάκρυα του πόνου και χαράς στο ίδιο το μαντήλι,

με πόνο φεύγουν μιαν αυγή και γυρισμό το δείλι.

Έτσι τον ζει ο ναυτικός, τον πόνο, τη χαρά του,

ριζώνει σαν καρκίνωμα βαθιά μες στην καρδιά του.

 

Τα δάκρυα τούτα τα καυτά που το μαντήλι καίνε,

στον χωρισμό και ερχομό όταν τα μάτια κλαίνε,

σαν ποια να είναι πιο καυτά θέλησα να μετρήσω,

και μ’ όλη την αγάπη μου, με δυο φιλιά να σβήσω.

 

Καυτό το δάκρυ στο φευγιό, στον ερχομό δροσίζει,

το πρόσωπο και την καρδιά με χάρες την γεμίζει.

 

Αντώνης Μικέλης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *