Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

Το ταξίδι της μοίρας

ΜΑΓΙΑΚΗΣταθμός Λαρίσης ώρα 18:50. Τα ταξί σταματούσαν στον παράδρομο το ένα μετά το άλλο. Το πεζοδρόμιο γεμάτο κόσμο. Άλλοι βημάτιζαν γρήγορα κι άλλοι απλά περιφερόντουσαν με τον καφέ στο χέρι. Η βουή από τις ρόδες των βαλιτσών που σέρνονταν στο πλακόστρωτο, οι κόρνες των αυτοκινήτων και η αισθησιακή φωνή από το μεγάφωνο σκέπαζαν κάθε άλλον ήχο.

Ένα ταξί φρέναρε απότομα ακριβώς απέξω από την κεντρική είσοδο. Για να βρεις αυτή τη θέση τέτοια ώρα πρέπει να έχεις «μπάρμπα στην Κορώνη». Τέτοιον είχαν και ο Φαίδωνας με την Αμαλία που βρήκαν θέσεις τελευταία στιγμή στην αμαξοστοιχία Intercity 62 για Θεσσαλονίκη. Κάθε μέρα ρωτούσε την Αμαλία ο Φαίδωνας αν έκλεισε εισιτήρια κι εκείνη το ξεχνούσε, ως συνήθως. Ήταν τυχεροί, όμως.

Σαν αίλουρος πετάχτηκε από το ταξί ο Φαίδωνας να βγάλει τις αποσκευές από το πορτ μπαγκαζ. Είχαν αργήσει. Η Αμαλία ανανέωνε το κραγιόν της στο κόκκινο καθρεφτάκι που κουβαλά πάντα στην τσάντα της.

-Γρήγορα, Αμαλία. Θα χάσουμε το τρένο. Κουνήσου επιτέλους, ακούστηκε από την πίσω πλευρά του αυτοκινήτου η αγχωμένη φωνή του Φαίδωνα.

Η Αμαλία αναστέναξε κι έκλεισε το καθρεφτάκι με δύναμη. Πάντα ο ίδιος Φαίδωνας, με ένα μόνιμο άγχος. Αυτός, παιδί μου, αγχώνεται γιατί δεν έχει κάτι να αγχωθεί.

Η αμαξοστοιχία InterCity 62 προς Θεσσαλονίκη είναι έτοιμη προς αναχώρηση, φώναζε το μεγάφωνο.

-Τρέξε Αμαλία μου. Μην καθυστερείς, φώναξε κι ο Φαίδωνας.

Σπρώχνοντας έφτασαν στο γκισέ για την εκτύπωση του εισιτηρίου τους. Είχαν κλείσει Β θέση στο βαγόνι Νο5 αλλά η Αμαλία ζήτησε αλλαγή για Α θέση. Ο Φαίδωνας κοίταξε την Αμαλία απορημένα κι εκείνη πετάρισε όλο γλύκα τα βλέφαρά της. Δεν θα του αποκάλυπτε παρά μόνο κάτω από το φως των κεριών όταν έφταναν σπίτι τους το μυστικό της. Ήταν δύο μηνών έγκυος. Ακόμη αντηχούσαν στα αυτιά της η φωνή της μητέρας της: «Το πρώτο τρίμηνο είναι το πιο σημαντικό και να προσέχεις, κοριτσάκι μου. Μπορούν να συμβούν τα πάντα». Για καλή τους τύχη υπήρχαν δύο θέσεις στο βαγόνι Νο1.

Επιβιβάστηκαν στο βαγόνι τους και τακτοποίησαν τα πράγματά τους. Το τρένο άρχισε να κυλά στις ράγες. Η Αμαλία κόλλησε πάνω του και του έδωσε ένα πεταχτό φιλί χαμογελώντας πονηρά. Δεν ξέρεις τί σε περιμένει, σκέφθηκε με ενθουσιασμό και προσμονή μαζί. Γρήγορα έγειρε στον ώμο του Φαίδωνα κι αποκοιμήθηκε.

Ο Φαίδωνας κοίταξε έξω από το παράθυρο. Ο ουρανός είχε τις 50 αποχρώσεις του κόκκινου. Αισιοδοξία πλημμύρισαν τα σωθικά του κι αναστέναξε. Σύντομα οι σκέψεις του άρχισαν κι αυτές το ταξίδι τους.

Ο Φαίδωνας γνώρισε την Αμαλία το 2013 σε ένα πάρτι όταν και οι δύο σπούδαζαν στη Θεσσαλονίκη. Εκείνος στην Αρχιτεκτονική κι εκείνη Φιλολογία. Από την αρχή της κουβέντας τους κατάλαβαν και οι δύο πόσο ταίριαζαν οι απόψεις τους, οι χαρακτήρες τους. Από τότε έγιναν αχώριστοι. Πραγματικά, η μοίρα τους έδεσε εκείνο το βράδυ.

Στις σπουδές τους, σε λύπες, αγωνίες, χαρές ήταν εκεί ο ένας για τον άλλον πάντα αγαπημένοι. Δεν πήγαιναν, δεν έκαναν τίποτα χωριστά. Η αγάπη τους φούντωνε χρόνο με το χρόνο. Ακόμη κι όταν έφυγε στο εξωτερικό για το μεταπτυχιακό του, ο έρωτάς τους δεν μειώθηκε. Το αντίθετο μάλιστα. Έγινε βαθιά κι απεριόριστη αγάπη.

Ο πατέρας της Αμαλίας τον πίεζε από τότε να αρραβωνιαστεί την κόρη του, αλλά εκείνος δίσταζε. Ήθελε, όταν θα έφτανε η ώρα να τη ζητήσει, να είναι σίγουρος ότι θα μπορεί να της προσφέρει όλα όσα της άξιζαν. Έβλεπε στα μάτια της Αμαλίας πόσο το περίμενε και το λαχταρούσε αλλά, όσο κι αν ένιωθε άσχημα που τη στενοχωρούσε, το ανέβαλε. Δεν είχε φτάσει η ώρα. Άλλωστε είχε να εκπληρώσει και το στρατιωτικό του καθήκον στην πατρίδα, να δουλέψει να μαζέψει κάποια χρήματα για το γάμο και μετά.

Κοίταξε έξω από το τζάμι. Το σκοτάδι εναλλασσόταν με τα φώτα από τα παράθυρα των σπιτιών στα χωριά που περνούσαν. Δίπλα του η Αμαλία κουνήθηκε, αλλά τίποτα δεν τάραζε τον ύπνο της. Κοιμόταν γαλήνια στην αγκαλιά του.

Πόσο τη λάτρευε! Όλα όσα έκανε ήταν για εκείνη. Για την οικογένεια που λαχταρούσε να φτιάξει μαζί της.

Επιστρέφοντας στην Αγγλία με την ολοκλήρωση των μεταπτυχιακών σπουδών του, βρήκε δουλειά από ένα θείο του στη Διόφατος Κατασκευαστική. Τα λεφτά ικανοποιητικά. Εξασφάλισαν κάποια οικονομική άνεση ώστε να νοικιάσει διαμέρισμα στην αγαπημένη τους Θεσσαλονίκη με θέα στη θάλασσα και κοντά στο κέντρο. Όπως το ονειρευόταν η Αμαλία του. Εκεί, θα έτρεχαν τα παιδιά τους αργότερα. Δύο κορίτσια κι ένα αγόρι, να τις προσέχει. Πέθαινε από ευτυχία και μόνο στη σκέψη!

Έβαλε το χέρι στην τσέπη του κι έβγαλε ένα μικρό μπλε βελούδινο κουτάκι. Το άνοιξε κι αμέσως το βαγόνι φωτίστηκε! Το μονόπετρο αυτό χάζευε πάντα η Αμαλία όταν περνούσαν από το κοσμηματοπωλείο Brussels στην Τσιμισκή. Το γύρισε ανάποδα. Είχε ζητήσει να χαράξουν στο εσωτερικό του «27.12.2013 Love for ever». Η ημερομηνία που τα μάτια τους ανταμώθηκαν και δεν ξανακοίταξε άλλη γυναίκα από τότε.

Άφησε το κουτάκι πάνω στο τραπεζάκι κι έκλεισε τα μάτια. Είχε μπροστά του την Αμαλία κλαίγοντας να τον φιλά όταν γονατιστός θα της έκανε πρόταση γάμου όταν θα έφταναν στο σπίτι τους το επόμενο βράδυ.

Κοίταξε το ρολόι του. Η ώρα ήταν 23.01μμ. Με τρυφερές κινήσεις έβαλε το κουτάκι πίσω στην τσέπη του. Σε λίγες ώρες θα ήταν και οι δυο τους οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο! Η καρδιά του σκίρτησε από χαρά. Με χαμόγελο στα χείλη και τη γλύκα του φιλιού της αγαπημένης του Αμαλίας ακόμη στα χείλη του, έγειρε πίσω στο κάθισμα κι έκλεισε τα μάτια. Είχε φτάσει επιτέλους η ώρα!

Ελπίδα Μαγάκη

Σημείωση: Θα μπορούσε να είναι η αληθινή ιστορία ενός ευτυχισμένου ζευγαριού που επέβαινε στο μοιραίο τρένο των Τεμπών.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *