Eβδομαδιαία Πολιτική – Οικονομική – Ναυτιλιακή – Φιλολογική εφημερίδα στην υπηρεσία των Δήμων του Πειραιά και των νησιών

ΑΠΟΨΕΙΣ

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ.ΑΓΛΑΪΣΜΑ ΑΣΚΗΤΩΝ, ΑΓΓΕΛΩΝ ΣΥΝΟΜΙΛΟΣ

agios-porfyrios-o-kaysokalyvitis--pr--3620Ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, χαρισματούχος και θαυματουργός, είναι ευλογία Θεού, να προβάλλεται σε μία εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από πνευματικήν ένδειαν. Είναι μεγάλη τιμή, ιδιαιτέρως για την πόλιν του Πειραιά, να εορτάζει και να πανηγυρίζει στις 2 Δεκεμβρίου την ιεράν μνήμην Αυτού, που έχει ανακηρυχθεί Έφορος και Προστάτης της Πειραϊκής Εκκλησίας. Είναι ο θεοφόρος πατέρας των ημερών μας, γνήσιος κληρικός και διδάσκαλος.

Η ψυχή Του, «θεϊκώ έρωτι πτερουμένη», προσεκολλήθη εις τον Θεόν, με έναν διάπυρον έρωτα. Έζησεν μίαν ζωήν ακήρατον (καθαράν), άφθαρτον, ελεύθερος από κάθε ταραχήν και φροντίδα του κόσμου. Ο έρωτάς Του, προς τον Θεόν, του έδωσε πτερά και πετούσε η ψυχή Του από γης προς ουρανόν και αξιώθηκε θεοειδούς χάριτος

Ο Ιερός Υμνογράφος, συγκλονίζεται από Αυτήν την επίγειον, αλλά ουράνιον μορφήν και ψάλλει στο Απολυτίκιόν Του: «της Ευβοίας τον γόνον, Οικουμένης αγλάϊσμα… Πορφύριον τιμήσομεν πιστοί…». Εγεννήθη στις 7 Φεβρουαρίου  1906 εις τον Άγιον Ιωάννην Ευβοίας, από γονείς φιλόθεους και ευσεβείς, αλλά πολύ πτωχούς. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείον από μικρός, για να φυλάγει πρόβατα στο βουνό. Αργότερα αναγκάζεται να μεταβεί στην Χαλκίδα και εν συνεχεία στον Πειραιά για να εργαστεί.

Γράμματα πολλά δεν γνώριζε, μελετούσε όμως τον βίον του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου και είχεν τον πόθον να τον μιμηθεί, ο οποίος έλεγεν: «όποιος αγαπάει λίγο, δίνει λίγο, όποιος αγαπάει πολύ, δίνει περισσότερο, όποιος αγαπάει πάρα πολύ, τι έχει αντάξιον να δώσει; Δίνει τον εαυτόν του. Και Άγιος κάνει πράξιν τα λόγια του. Αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στον Θεόν.

Διακαώς επιθυμούσε να μεταβεί εις το Άγιον Όρος, για να ασκητέψει και στο πρόσωπόν Του επαληθεύεται ο στίχος του Δαυίδ: «Τοις ερημικοίς ζωή, μακαρία εστί…» (αναβαθμός πλ.α΄ήχου). Δώδεκα ετών, μετά από πολλές δυσκολίες, βρίσκεται στο Άγιον Όρος, οδηγείται στα Καυσοκαλύβια, στην καλύβην του Αγίου Γεωργίου. Γίνεται μοναχός και μετά από δύο έτη μεγαλόσχημος. Ο Υμνωδός ψάλλει, πως δέχεται Θείαν Χάριν από τον Θεόν «… Την κεφαλήν Σου, φως εκάλυπτεν άκτιστον… και θεολόγον ποιούν, Σε θεοδίδακτον… παρέχον Σοι διόρασίν τε προόρασιν…». (ωδή δ΄) δηλ. δέχεται το διορατικόν χάρισμα από τον Θεόν και μπορεί να βλέπει, όσα ήταν αόρατα για τους άλλους, ή να βλέπει τον εσωτερικόν τους κόσμον. Ζούσε σύμφωνα με τα λόγια του Αποστόλου Παύλου: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί Χριστός». Σε όλη την ζωή Του, είχεν «ένοικον στην αγιασμένη ψυχή Του» το Άγιον Πνεύμα.

Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος Τον εγκωμιάζει με ένα ωραίο σχήμα λόγου, λέγοντας: «όποιος κρατά αρώματα, προδίδεται χωρίς να θέλει και όποιος έχει μέσα του το Πνεύμα το Άγιον, αναγνωρίζεται από τα λόγια του και την ταπεινοφροσύνη του». Τι δίδαγμα, τι παράδειγμα για όλους!

Αναλώνει την ζωήν Του για τον Θεόν, στο μοναστήρι είναι υπόδειγμα υπακοής, εργασίας, ταπεινώσεως, προσευχής. Ο αγώνας Του μεγάλος. Αρρωσταίνει όμως βαριά και οι γέροντες Του, τον αναγκάζουν να φύγει, για να μην πεθάνει και γυρίζει στην Εύβοια. Μέχρι να γίνει καλά, πηγαίνει πάλι σε μοναστήρι, στον Άγιον Χαράλαμπο. Εκεί γνώρισε τον Αρχιεπίσκοπον του Σινά Πορφύριον το έτος 1926, ο οποίος εθαύμασε την διοράτικότητά Του, τον αγνόν χαρακτήρα Του και Τον χειροτόνησε ιερέα, δίνοντάς του το δικό του όνομα, Πορφύριος.

Έζησε εκεί 12 χρόνια, στήριζε  τους πιστούς με τις νουθεσίες Του, την αγάπη Του, την προσευχήν Του και οι πιστοί Τον περιέβαλλαν με μεγάλην ευλάβεια και σεβασμόν.

Με την κήρυξιν του πολέμου, το 1940, διορίσθηκεν εφημέριος εις τον Ιερόν Ναόν του Αγίου Γερασίμου, της Πολυκλινικής Αθηνών, ασκώντας για 33 χρόνια ακατάπαυστα, το πνευματικόν Του έργον. Ζούσε σαν ερημίτης, ασχέτως αν ευρισκόταν στο κέντρο της Αθήνας.

Το 1955, κατέφυγεν στα Καλλίσια, σε ένα έρημο μοναστήρι, για να συνεχίσει το έργον Του. Σε ηλικίαν 73 ετών, καταπονημένος και με πολλές ασθένειες, εγκαθίσταται στο Μήλεσι για να αναγείρει μεγαλόπρεπο μοναστήρι. Εξακολουθεί να εργάζεται, λέγοντας: «η γαρ δύναμίς μου, εν ασθενεία τελειούται». Άρρωστος πιά, αισθάνεται ότι πλησιάζει το τέλος Του. Ξαναφεύγει για τα Καυσοκαλύβια, όπου στις 2 Δεκεμβρίου 1991, παραδίδει, την αγιασμένη ψυχήν, εις Αυτόν, που ηγάπησεν.

Και ο Υμνογράφος ψάλλει «Άστρον φαεινόν ανεδείχθης… φωτίζων τοις λόγοις Σου και τω Σω παραδείγματι…». (Κάθισμα).

Πνευματική παρακαταθήκη το βιβλίον Του «Βίος και Λόγοι Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου», περιέχει νουθεσίες διαχρονικές, οι οποίες είναι διαποτισμένες από το ήθος και την Θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στην οποίαν κυριαρχεί το πρόσωπον του Χριστού.

Αγαπητοί μου Αναγνώστες ας μιμηθούμε την ζωήν Του και να Τον ικετεύσομεν, να πρεσβεύει υπερ ημών: «Χαίρε, Όσιε Πορφύριε, θεοφιλέστατε, λαμπρά της Εκκλησίας λυχνία».

(Στο επόμενο φύλλο, θα αναφέρομε αποσπάσματα από τους λόγους Του.)

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

Mαρία Τσακανίκα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *